Αυτό που σήμερα θεωρούμε ζέστη θα είναι… δροσιά

Μελέτη – «οδηγός επιβίωσης για την ανθρωπότητα» από τη Διακυβερνητική Ομάδα Εμπειρογνωμόνων για την Κλιματική Αλλαγή (GIEC), που θα είναι η βάση των έντονων πολιτικών και οικονομικών διαπραγματεύσεων των επόμενων ετών.

«Οδηγός επιβίωσης για την ανθρωπότητα» χαρακτηρίστηκε από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες την έκθεση της Διακυβερνητικής ομάδας εμπειρογνωμόνων για την κλιματική αλλαγή (GIEC), μετά από μελέτη εννέα ετών.

Διαβάστε ακόμη – Έκθεση IPCC: Μπορούμε και πρέπει να μειώσουμε στο μισό τις παγκόσμιες εκπομπές ώς το 2030

“Έχουμε την τεχνογνωσία, την τεχνολογία, τα εργαλεία, τους οικονομικούς πόρους και όλα όσα χρειάζονται προκειμένου να υπερβούμε τα κλιματικά προβλήματα τα οποία έχουμε ταυτοποιήσει”, όμως “αυτό που λείπει προς το παρόν, είναι η ισχυρή πολιτική βούληση να τα επιλύσουμε διαμιάς”, εκτιμά ο πρόεδρος της ομάδας Χούσουνγκ Λι.

Η μελέτη της GIEC θα είναι η βάση των έντονων πολιτικών και οικονομικών διαπραγματεύσεων των επόμενων ετών. Αρχής γενομένης από τη σύνοδο κορυφής για το κλίμα τον Δεκέμβριο στο Ντουμπάι, την COP28, όπου ένας πρώτος απολογισμός των προσπαθειών κάθε χώρας στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού θα ανακοινωθεί και όπου το μέλλον της ενέργειας από ορυκτά καύσιμα θα αποτελέσει επίσης αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Ορατή επιβράδυνση σε δύο δεκαετίες

Η υπερθέρμανση του κλίματος θα φθάσει τον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή από τα έτη 2030-2035, προειδοποιεί η GIEC, ενώ η θερμοκρασία έχει ανέβει ήδη σχεδόν τον 1,2 βαθμό κατά μέσο όρο.

Η προβολή αυτή ισχύει σε όλα σχεδόν τα σενάρια εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου βραχυπρόθεσμα, δεδομένης της συσσώρευσής τους εδώ και ενάμισι αιώνα.

Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που προέρχονται από τις υφιστάμενες υποδομές ορυκτών καυσίμων, αν δεν εξοπλιστούν με μέσα δέσμευσης, θα αρκούσαν από μόνες τους για να οδηγήσουν τον κόσμο προς τον 1,5 βαθμό Κελσίου.

Όμως “βαθιές, γρήγορες και παρατεταμένες μειώσεις εκπομπών (…) θα οδηγούσαν σε μια ορατή επιβράδυνση της παγκόσμιας υπερθέρμανσης σε περίπου δύο δεκαετίες”, γράφει επίσης η ομάδα των επιστημόνων για λογαριασμό του ΟΗΕ.

Τα οκτώ τελευταία χρόνια ήταν τα πιο ζεστά που έχουν καταγραφεί ποτέ

“Για κάθε επίπεδο υπερθέρμανσης στο μέλλον, πολλοί κίνδυνοι που σχετίζονται με το κλίμα είναι πιο υψηλοί απ΄ό,τι είχε εκτιμηθεί”, στην προηγούμενη έκθεση του 2014, γράφουν οι επιστήμονες.

Στηρίζονται στον πολλαπλασιασμό των ακραίων μετεωρολογικών γεγονότων όπως οι καύσωνες και σε νέες επιστημονικές γνώσεις, για παράδειγμα για τα κοράλλια.

“Λόγω της αναπόφευκτης αύξησης του επιπέδου των ωκεανών, οι κίνδυνοι για τα παράκτια οικοσυστήματα, τους ανθρώπους και τις υποδομές θα συνεχίσουν να αυξάνονται και πέρα από το 2100”, υπογραμμίζουν επίσης.

“Τα πιο ζεστά χρόνια που έχουμε ζήσει μέχρι σήμερα θα είναι από τα πιο δροσερά μέσα σε μια γενιά”, συνοψίζει για το Γαλλικό Πρακτορείο η Φριντερίκε Ότο, από τους συγγραφείς της συνθετικής έκθεσης.

Τα οκτώ τελευταία χρόνια ήταν ήδη τα πιο ζεστά που έχουν καταγραφεί ποτέ σε παγκόσμιο επίπεδο. Στο μέλλον, θα συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο δροσερών του αιώνα, όποια κι αν είναι τα επίπεδα εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Περισσότερα τα οφέλη από το κόστος

Η διαπίστωση αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη να συνδυαστούν οι προσπάθειες προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή με εκείνες για μείωση των εκπομπών προκειμένου να μην επιδεινωθεί περαιτέρω.

“Τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη του περιορισμού της κλιματικής υπερθέρμανσης στους 2 βαθμούς Κελσίου υπερβαίνουν το κόστος των μέτρων που υιοθετούνται”, δηλώνουν ακόμη οι ειδικοί.

Όμως κάθε επιπλέον καθυστέρηση θα μεγάλωνε το βήμα που πρέπει να κάνουμε, σημειώνει η GIEC, καθώς ο κόσμος ωφελείται ήδη από τη ραγδαία πρόοδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

“Από το 2010 έως το 2019, τα κόστη μειώθηκαν μόνιμα για την ηλιακή ενέργεια (85%), την αιολική (55%) και τις μπαταρίες λιθίου (85%), υπενθυμίζει η έκθεση.

Εκτός από την επίδραση στο κλίμα, οι επιταχυνόμενες και συνεχείς προσπάθειες “θα φέρουν πολλά σχετικά πλεονεκτήματα, ιδιαίτερα για την ποιότητα του αέρα και την υγεία”, γράφουν οι επιστήμονες, που δεν κρύβουν το τίμημα που θα πρέπει να καταβληθεί: “βραχυπρόθεσμα, οι ενέργειες περιλαμβάνουν επενδύσεις από υψηλότερη αφετηρία και εν δυνάμει ριζοσπαστικές αλλαγές”.

Πηγή άρθρου και εικόνας: https://greenagenda.gr/